bleeding edge
 

τῆ(ς) ἀρού(ρης) . [ → τ(ῆς) ἀρού(ρης) (κεράτια) ἑ̣[πτά oder ἐ̣[ννέα, C.P.R. 22, S. 66, Anm. 1.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #