bleeding edge
 

[† Π(αρὰ) Ἀνδρέου, ἀκτουαρίου τοῦ ἀριθμοῦ → [Π(α-ρὰ) Φλ(αουίου) Ἀνδρέου ἀκτουαρ(ίου) ἀριθμοῦ; Ψ̣[άτ]ο̣υ → Ψάτου und τοῦ (Symbol) → τοῦ (αὐτοῦ)

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #