bleeding edge
 

Viell. ἀκολ[ούθως | ἵνα πυθό]μενοι → ἀκολ[ούθως | τοῖς διηγορευ]μένοι<ς>, P. Coll.Youtie 2. 69, Anm. zu Z. 10 ff.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #