bleeding edge
 

τῆ(ς) Π̣ώ̣ε̣ως οἰκονομήσα | μεν, παραγενάμενοι γὰρ ἐκεῖ ἀντί [α] ἐνῆ | καν ήμεῖν κτλ. Pr. Radermacher, Rhein. Mus. 57 146ff.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #