bleeding edge
 

[ἡ Δ]ι̣ο̣ν̣υ̣σ̣ί̣α̣ τροφεύσειν → [ἡ Διονυσία τροφεύσε]ι̣ν (nach dem Photo), N. Kruit.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #