bleeding edge
 

L. [διεγρ(άφησαν) Αὐρηλ(ίῳ) ᾽Απίωνι καὶ] |3 ὡ̣ς̣ χ̣ρ̣η̣(ματίζει) ν̣ο̣-(μάρχῃ) ᾽Αρσι(νοΐτου) διὰ Αὐρηλ(ίου) ῞Ηρωνος βοη(θοῦ), Wilcken, Archiv 9 S. 84.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #