bleeding edge
 

᾽Απέ̣χε̣ι̣ β/ | ἀργ(υρίου) τάλαντα δύο (γίνεται) (τάλαντα) β/ | πλήρ̣ως → ἀνὰ χεῖρα πλήρης ‵ἀργ(υρίου) τάλαντα δύ̣ο̣, (γίνεται) (τάλαντα) β/′

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #