bleeding edge
 

ν(εώτερος) ᾽ασκ[λ] ᾶτο(ς) δ(ιὰ) ῾Εριέως Κρουρίο(υ) κτλ. Pr. laut Lichtbild. W., GgA. 1894, 736. erg. Pr.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #