bleeding edge
 

᾽Αχιλλέω[ς ἀναγραφομένου → ᾽Αχιλλέω[ς ῾Ερμοπολ(ίτου) ἀναγρ(αφομένου), P.J. Sijpesteijn, Z.P.E. 76 (1989), S. 216 und Anm. 14.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #