bleeding edge
 

ὥ]στε κ̣ελεῦσαί μ̣[ο]ι̣ δ[ι]ὰ̣ τοὺς [ὑμ]ετ[έρ]ους [αὐ] τ̣[οὺς] (d. i. τοὺς ἐργάτας) | π[αρ]ασχεθῆναι [κα]ὶ̣ [εὐθέως ἡ ὑμ] ῶν ὑπερ [φ(υεία) πρόν]ο̣ιαν ποι[ουμ]ένη τῆ [ς] | σ[υσ]τ̣ά̣[σεως ...... Bell, briefl., laut Orig.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #