bleeding edge
 

| [Τ]ατσέβθιο[ς…..ἀ] μπ(ελίτιδος) ἰδιοχ(τήτου) β̄ [ ] ἄ̣λλαι ἀμπ(ελίτιδες) ἐπιγρα(φῆς) ἀν(ὰ) ʃ ρν κτλ. W., GgA. 1894, 735. Pr., laut Lichtbild. Pap. Ryl. II S. 257.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #