bleeding edge
 

παρακεχω|ρημένα δι[ὰ παν]τ̣ὸ̣ς̣ καὶ πάσῃ βεβαιώσει, ἃ καὶ παρ[έξ εσθαι] ἀνέπαφα κτλ. Zereteli briefl., laut Orig. Pr.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #