bleeding edge
 

῾αδριανοῦ λ̄. Πρόδι(κος) | καὶ οἱ μ(έτοχοι) σιτολ(όγοι) Νείλου πόλ(εως). Μεμετ(ρημεθα) κτλ. Grenfell, P. Lond. III S. VII.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #