bleeding edge
 

ὅπως γενομένων ἡμῶν περὶ τὴν | τ [ῶν ἐ>]δ̣α̣φῶν [γ ε] ω̣ [ρ] γ̣ [ίαν μη] δ̣ ὲν τοῖς δημοσίοις ἔλαττον ἐπακολουθήσῃ, κτλ. Bell, briefl., laut Orig.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #