bleeding edge
 

Λητ[ο(πολίτου). ῎Εχω] δ̣ι̣[αγε]γ̣ρ̣(αμμένας) (Β.L. 1, S. 248) → Λητ[ο(πολίτου)] δ̣ι̣[αγέ]γ̣ρ̣(απται), P. Customs, S. 190, Anm. 4.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #