bleeding edge
 

εἰς | δέν[δρον· ἐκῖ δ᾽] ηύρὼν | δράκοντ[α καθ ή] | μενος ἐπὶ τὸ δέ<ν>|δρον καὶ <μ ὴ> δηνά|μεν[ο]ς̣ ἀνελθεῖν | [διὰ Crönert, Stud. Pal. IV S. 90. A III 125.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #