bleeding edge
 

| [… τοὺ]ς προχιρισθέ[ντας ὑπὸ (τοῦ δεῖνα) τοῦ] | [συγγενο]ῦς κτλ. Crönert, W. kl. Phil. (1903), 731.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #