bleeding edge
 

Τῦβι ις̄ ῾Ομ[ολογεῖ ……..] | [ κερκο]ύρου, τοῦτο δὲ τὸ κέ(ρκουρον) (ἀρταβῶν) ζ [ ] | [ ] εἰς ᾽Αλεξάν[δρειαν ]. W., A III 520.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #