bleeding edge
 

λανθάνειν τ[ὴ]ν (τῶν) νό[μ]ω̣ν ἀπο[τ]ο̣μίαν | καὶ τὴν τοῦ δικάζοντος ἐξουσίαν. Θέλω καὶ | κτλ. W., A III 303.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #