bleeding edge
 

ὑ̣π̣ὲ̣ρ̣ Πινύριος ᾽Εσφήνιος ἀρχιερέως τοῦ ις∟ἐ (γγύη) ἐφ᾽ ὦι ἀ [ποδώ] - W., A V 210.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #