bleeding edge
 

ἐκφορί(ου) Προῖτ(ος) | Πρῆος (?) → ἐκφορίο(υ) Πο̣υαενμ̣(ούνεως) (= Πουανεμούνεως) | Προῖτος (am Original), O. Cairo Cat., S. 14, Anm. 38.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #