bleeding edge
 

Σ̣τ̣α̣ . [– – διεγγυήσατο τὸν δεῖνα] ὡ̣ς̣ ἂν παραγένηται ἢ ἀποτείσειν τὸ [ἐπικαλού]μενον [αὐτῶι Ͱ . . . .] ἢ τὸ ἀν[ήλωμα(?)], E. Berneker, Ét. de Pap. 2 (1934), S. 60.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #