bleeding edge
 

| [ τοῖς πλοίο]ις τὸν σῖτον συντόμως | [προσαγαγεῖν, ἵν α μ ὴ] ἐπὶ πλεῖον κτλ. Crönert, Lit. Zentralbl. 1907, 1122.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #