bleeding edge
 

ε]ὑρισκόμενον [ὄξος | ἢ ὀζόμενος ἢ] ἀποίη[τος] ἕως τοῦ Τῦβι μηνὸς [..αλ]|λάξω (vgl. B.L. 7, S. 185 und B.L. 8, S. 316) → ε]ὑρισκόμενον | [ὄ]ξο[ς] ἢ ἀποίητον̣ [ἕως] τοῦ Τῦβι μηνὸς | [ἀλ]λ̣άξω, P. Heid. 5, S. 326, Anm. 251 (am Original) mit N. Kruit, Z.P.E. 94 (1992), S. 172-173 und Anm. 18.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #