bleeding edge
 

ἰς ἀ̣γ(ωγὴν) οἴνου κερ(αμίων) (vgl. auch die Anm. zur Z.) → viell. ἰσάγ(οντος) (l. εἰσάγοντος, sc. Δοκίμου (Z. 6)) οἴνου κερ(άμια), P. van Minnen.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #