bleeding edge
 

Erg. viell. [τοῖς παιανισταῖς τοῖς ἀπαλλαγὴν λειτ]ου `ρ´ γίας ἔχουσι φυ̣λάττειν ἀν<ε>μ[πό]|[διστον τὸ γέρας ἡμῖν δοχεῖ. προετέθ]η̣ ἐν, N. Lewis, B.A.S.P. 13 (1976), S. 170-171.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #