bleeding edge
 

λη ̣ης [ ̣ ̣]ρι ̣ ̣ι[]τετουσιν λίθους → λήσῃς [πο]ιῖν ἤτε τοὺς πλίνθους, Wilcken, Chrest. 21.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #