bleeding edge
 

L. Εὐνοιήσῃ[ϛ καὶ σὺ]|10 αὐτῷ und davor Z. 8 wohl μέχρει̣ παραγἐ̣νωμαι ἐπ[ι σέ. ῾Ωϛ μέλει] |9 ·μοι περὶ αὐτοῦ, μελέτω σοι, Wilcken, Archiv 10 S. 86.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #