bleeding edge
 

→ [ἥμισυ ἀπὸ ἀναπαύματος χόρτου, πάσας καθαρὰς ἀπὸ θρύου ἀγ]ρ̣[ώστεως] δε̣ίσης, J.D. Thomas, Gnomon 46 (1974), S. 723.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #