bleeding edge
 

ἀντὶ ῾Ηρακλᾶτι (l. ῾Ηρακλᾶτος) πρὸς ἡμέρα|ς δ̣ύς (l. δύο), ἕως πευσώμεθα → ἀντὶ ῾Ηρακλᾶτι (l. ῾Ηρακλᾶτος). Πρὸς ἡμέρα|ς δέσεως παυσώμεθα (l. παυσόμεθα), ,,We shall stop binding for some days"

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #