bleeding edge
 

παρὰ σοῦ τοῦ αἰω̣νε [μ]έ (νου) Παχυμίου ἀπὸ χειρὸς εἰς | | «εἰς» χεῖρας ἐξ οἴκου, ἀριθμῷ πλῃρει, ἐφ᾽ ᾡ ἐπίσθην (= ἐπείσθημεν), τῆς | βεβαιώσεως τούτον (= τούτων) γιγνομ(ένης) παρ᾽ ἡμῶν κτλ. Pr. (laut Abbild.). Pr.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #