bleeding edge
 

᾽Ελεφαντίνης | [ἐπ᾽ ἀμφόδου Π (?)] α̣έρμωνος ἀκολούθως τῇ ἐπενεχθείσῃ αὐτοῦ κατὰ χειρόγραφον διαιρέσει γενομέ|[νῃ τῷ ἐνεστ (ῶτι)] μηνὶ κτλ. Bruns fonte7, ed. Gradenwitz, Nr. 161. W., A V 2171.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #