bleeding edge
 

πρόκ(ειται). Α…( ) Κορ.( ) ἔγρα(ψα) ὑπ(ὲρ) α(ὐτοῦ) ἀ̣[γρα(μμάτου)?] | κτλ. W., A IV 453.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #