bleeding edge
 

| ἀπὸ κώμ(ης) Ηγιου τοῦ ῾Ερ(μοπολίτου νομοῦ). ῾Ομολογῶ έκουσίως | καὶ αὐθαιρέτως κτλ. Hunt, P. Grenf. II S. 217. A III 121.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #