bleeding edge
 

→ → π(αρὰ) Γερμανοῦ γεωρ(γοῦ) ὑπὲρ μηχ(ανῆς) Μεγάλου Γῃδίου σίτ(ου) (ἀρτ.) με νο(μ.) ϛ

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #