bleeding edge
 

[τοῖς ἀσχολουμένοις τὸν χει] | ρισμόν̣ → [εἰς τὸν ἐν τῇ Νέᾳ πόλει χει]|ρισμόν̣, P. Oxy. 17. 2125, zu Z. 27-28, vgl. auch B.L. 4, S. 61.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #