bleeding edge
 

Δίδυμ̣[ος] Χαριτ.( ) → Δίδυμ̣ο(ς) Χαρίτο̣(νος) und [μετήλλαξε ? → μ̣[ετήλλαξε, C.P.Gr. 2, Nr. 1.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #