bleeding edge
 

→ δια[ν]ομ(ὴ) στρωμά(των) η λόγ(ῳ) | τῶν αἰχμαλ(ώτων) μη(νὸς) | Ἁθὺρ ιη κτλ., P. Horak 66, Anm. zu Z. 2.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #