bleeding edge
 

Οὐικ[τορείνου ἡγεμόνος Αἰγύπτου] → Οὐικ[τορείνου γενομένου ἡγεμόνος], P.J. Sijpesteijn, B.A.S.P. 16 (1979), S. 278, Anm. 7.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #