bleeding edge
 

ἑαυτω (l. αὐτόν) Πε.τουφῳ τῷ Κραμμέως . περὶ κ( ) → ἑαυτὼν ε̣ἰς τὸ φῶς τῷ κρ̣ο̣μμεῶνι (l. κρομμυῶνι) περικ( )

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #