bleeding edge
 

[ἀπὸ τοῦ ± 7]. [τὸ ὀ]φ[ειλ(όμενον)] π[ρόσ]τειμ(ον) → [ἀπὸ τοῦ ᾽Ισίου (l. ᾽Ισιείου)] Τ̣ ρ̣[ύ]φ̣[ω]ν̣[ος πρόσ]τειμ(ον), T. Gagos, B.A.S.P. 34 (1997), S. 45

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #