bleeding edge
 

ποταμ]ο̣φυλ(ακίδος) στατ(ίωνος) → ποταμ]ο̣φυλ(ακίδων) στατ(ίωνος), A. Jördens, S.B. 18 S. 480.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #