bleeding edge
 

→ Ἥρων νεώτ(ερος) Ποσιδ(ωνίου) <Θεαδελφείας> Σ̣εουη(ριανῆς) νο̣τ( ) (ἄρ.) ε, P. Graux 4, S. 62 (nach dem Photo).

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #