bleeding edge
 

σιλεικῆς <γῆς> πάσης und χέρσος ἀδέσποτος διόλου, τῶν δὲ ἐπὶ τῆς ε/ σφρα(γῖδος) ἀρουρῶν ἀπὸ μὲν ἀνατολῶν Ταυημέρας κτῆσις ἀπὸ δὲ δυσμῶν], G.M. Browne, Harvard Studies in Classical Philology 74 (1968), S. 329-331

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #