bleeding edge
 

[τὸν γενόμε]νον αὐτῷ ἐκ τῆς γεν[ο]μένης καὶ τε[λ]ευτηκό[ντ]ος (l. τετελευτηκότος) → [τὸν γενόμ]ε̣νον̣ α̣ὐ̣τ̣ῷ ἐκ τῆς γεν̣[ο]μέν̣η̣ς̣ κ̣α̣ὶ̣ τ̣ε̣[λ]ευτ̣ηκό̣[ν]τ̣ος (l. τετελευτηκότος) (nach dem Photo), J.M.S. Cowey - D. Kah, Z.P.E. 163 (2007), S. 178.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #