bleeding edge
 

ἐπὶ τράπε̣ζαν | Σιλβαν[[οιῦ̣/ῦ]] χι(λιάρχῃ) οἴνου ἐκ τῶν | ἑτοιμότέρων ἁπλᾶ κτλ. Pr.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #