bleeding edge
 

| δίχω(ρα) δώ[δ]εκα ὡς τοῦ | διχώ(ρου) πρὸς δραχμ(ὰς) | τεσσεράκοντα κτλ. Vitelli briefl., laut Orig.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #