bleeding edge
 

οὐ (oder οὐδέποτε?) γινο]μένου ἀ̣φημέρου οὐδ᾽ ἀ[ποκοίτου ἀπὸ τῶν τ]οῦ Δημητρίου, P. Oslo 3. 141, 9.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #