bleeding edge
 

οὐ(λὴ) μέσ(ῃ) ἀ(ριστερᾷ) χι(ρί) (vgl. S.B. 5. 7515, Z. 411): viell. οὐ(λὴ) δακ(τύλῳ) (πρώτῳ) χ(ιρὸς) ἀ(ριστερᾶς), P. Graux 3, S. 86

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #