bleeding edge
 

πράκ(τορες) ἀργ(υρικῶν) Ἐλε̣φαντ(ίνης) δι[ὰ - - -] | ̣ ̣ ̣ ̣ τω ̣ ̣ ̣ ̣ [- - -] → πράκ(τορες) ἀργ(υρικῶν) Ἐλεφαντ(ίνης) δι’ [ἐμοῦ ὑπὲρ τοῦ]| Δ̣ι̣δ̣ύμου Ἀντωνείου (l. Ἀντωνίου) Ἰ̣[ουλᾶ(τος). Διέγ(ραψεν) κτλ. (nach dem Photo), R. Duttenhöfer, Z.P.E. 157 (2006), S. 155.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #